Skip to main content

Νέα

22 Μάι 2024

ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ: Ανάλυση υπόθεσης κλιματικής αλλαγής κατα Ελβετίας

Στις 9 Απριλίου 2024, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταδίκασε την ελβετική κυβέρνηση για τη μη εφαρμογή αποτελεσματικών πολιτικών για την κλιματική αλλαγή και για την παραβίαση του δικαιώματος στη ζωή.

Η προσφεύγουσα αυτής της υπόθεσης ήταν μια ελβετική ένωση ηλικιωμένων γυναικών, ηλικίας μεταξύ 78 και 89 ετών, οι οποίες από το 2016 αγωνίζονταν για την πρόληψη των κλιματικών αλλαγών. Οι προσφεύγουσες διαμαρτυρήθηκαν για τα προβλήματα υγείας που προκαλούνται από την υπερθέρμανση του πλανήτη και τις επιπτώσεις στην κατάσταση της υγείας τους, ιδίως κατά τη διάρκεια των καύσωνων.

Αφού εξάντλησαν όλα τα εσωτερικά ένδικα μέσα στην Ελβετία, οι προσφεύγοντες προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο και οι κατηγορίες κατά της Ελβετίας αφορούσαν το άρθρο 2 (δικαίωμα στη ζωή), το άρθρο 6 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη), το άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής), το άρθρο 13 (δικαίωμα σε αποτελεσματική προσφυγή) και τα κριτήρια που τίθενται στο άρθρο 34 (καθεστώς θύματος).

Το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 και του άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης.

Σύμφωνα με το άρθρο 8, οι ελβετικές αρχές δεν συμμορφώθηκαν με τα καθήκοντά τους, γνωστά και ως θετικές υποχρεώσεις, να εφαρμόσουν μέτρα για τη μείωση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και ως εκ τούτου απέτυχαν να εκπληρώσουν τον στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου- ενώ στο άρθρο 6 § 1 υπάρχει έλλειψη διαθέσιμων οδών από το ελβετικό εθνικό δίκαιο, όπου μπορεί κανείς να προσφύγει σε δικαστήριο, διότι πριν από την ΕΣΔΑ η υπόθεση απορρίφθηκε μόνο από μια διοικητική αρχή και στη συνέχεια από τα εθνικά δικαστήρια σε δύο επίπεδα δικαιοδοσίας.

Ενώ τα δύο αυτά άρθρα κρίθηκε ότι παραβιάστηκαν κανονικά από την Ελβετία, το τμήμα μείζονος συνθέσεως έκρινε απαράδεκτες τις καταγγελίες κατά του άρθρου 2 και του άρθρου 13 λόγω έλλειψης αποτελεσματικών στοιχείων κατά της Ελβετίας.

Σύμφωνα με το άρθρο 34 της Σύμβασης, το τμήμα μείζονος συνθέσεως εκμεταλλεύτηκε την απόφαση αυτή ως ευκαιρία να θεσπίσει νέα κριτήρια σχετικά με το καθεστώς του θύματος σε υποθέσεις που σχετίζονται με το κλίμα και να αποτρέψει πιθανές μελλοντικές περιπτώσεις actio popularis.

Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η απόφαση που έλαβε το Δικαστήριο στην υπόθεση Verein KlimaSeniorinnen Schweiz και άλλοι κατά Ελβετίας ήταν υπερβολικά αυστηρή για τις ελβετικές αρχές. Την ίδια ημέρα άλλες δύο υποθέσεις, Carême κατά Γαλλίας και Duarte Agostinho και άλλοι κατά Πορτογαλίας, με τις ίδιες κατηγορίες σχετικά με την κλιματική αλλαγή κρίθηκαν απαράδεκτες.

Όσον αφορά την υπόθεση κατά της Γαλλίας, οι καταγγελίες του προσφεύγοντος δεν έγιναν δεκτές επειδή ο ίδιος προσφεύγων δεν ζει πλέον στον τόπο όπου ζητά ένδικα μέσα και θεωρείται απαράδεκτη βάσει του άρθρου 34.

Όσον αφορά τις καταγγελίες κατά της Πορτογαλίας, οι προσφεύγοντες δεν εξάντλησαν όλα τα εσωτερικά ένδικα μέσα και, ως εκ τούτου, είναι αντίθετες με τα κριτήρια εφαρμογής που θέτει η Σύμβαση.

Σίγουρα η απόφαση του Δικαστηρίου κατά της Ελβετίας επέφερε πολλές επικρίσεις και αμφιβολίες για το δίκαιο της απόφασης, αλλά σηματοδότησε την πρώτη απόφαση του Δικαστηρίου σε υπόθεση που αφορά το κλίμα και εμπλούτισε έτσι τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Thomas AGUIAR, Ingrid POUWER, Marie-Lise SALAME, Chiara SOUVLAKIS, Nadia DJENNI